Σημαντική αύξηση καταγράφει παγκοσμίως η ζήτηση γαλακτοκομικών προϊόντων με μειωμένη περιεκτικότητα σε λακτόζη, σύμφωνα με τα στοιχεία έρευνας αγοράς που παρουσιάστηκαν στην παγκόσμια σύνοδο της IDF στην Κωνσταντινούπολη.


Τρίτη, 15 Οκτωβρίου 2019


Έρευνα που παρουσιάστηκε από το Πανεπιστήμιο της Αλμπέρτα (University Of Alberta, Καναδάς), δείχνει μεγάλη γεωγραφική διαφοροποίηση στον πληθυσμό των ενηλίκων ως προς τη δυσανεξία στη λακτόζη, με το Ηνωμένο Βασίλειο και τις Σκανδιναβικές χώρες να παρουσιάζουν τα υψηλότερα ποσοστά παγκοσμίως. Ενδεικτικό είναι ότι, σύμφωνα με το Alberta, στις συγκεκριμένες χώρες το 70% του ενήλικου πληθυσμού έχει κάποιο πρόβλημα ή και πλήρη δυσανεξία στο μεταβολισμό της λακτόζης.

Οι ευκαιρίες για την παγκόσμια βιομηχανία γαλακτοκομικών εκτός, πάντως, από τα ζητήματα δυσανεξίας της λακτόζης, φαίνεται ότι οι παγκόσμιες διατροφικές τάσεις οδηγούν ακόμη και καταναλωτές με πλήρη ανοχή στη λακτόζη (lactose persistence) να επιλέγουν lactose – free προϊόντα.

Τα πορίσματα της μελέτης του καναδικού πανεπιστημίου υπογραμμίζουν τις ευκαιρίες που υπάρχουν για την παγκόσμια γαλακτοβιομηχανία από την αξιοποίηση της τάσης αυτής. Ενώ, σαν πρόσθετο όφελος, προσφέροντας προϊόντα με μειωμένη λακτόζη μπορούν να επιτύχουν και τους επί μέρους εθνικούς στόχους που τίθενται για μείωση της περιεκτικότητας σακχάρων στα επεξεργασμένα τρόφιμα. Το παράδειγμα της Valio από την Φινλανδία, η οποία έγινε η πρώτη εταιρεία στον κόσμο που λανσάρισε γαλακτοκομικά με μειωμένη λακτόζη. Τα συγκεκριμένα προϊόντα κυκλοφόρησε το 1978 ενώ το 2001 παρήγε το πρώτο προϊόν γάλακτος χωρίς λακτόζη, σύμφωνα με την Saara Lahtevanoja, Senior Research Scientist της Valio.